Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2017

Δ. Σολωμού, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι




Δ. Σολωμός:Ψηφίδες για την Ελληνική γλώσσα
Δ. Σολωμός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Β΄Σχεδίασμα :Σπουδαστήριο Νεόυ Ελληνισμού
Αφιέρωμα στον Δ. Σολωμό:Lifo
Στο σπίτι του Σολωμού στην Κέρκυρα: ετικέττα Εκπαιδευτικές επισκέψεις. Ανάρτηση 19 Μαρτίου 2016

Κ.Γ.Καρυωτάκης, «Διάκος»,  Ελεγεία και σάτιρες(1927).Ποιήματα και πεζά, Ερμής, 19847, σελ.95

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ TEACHERS4EUROPE ΗΠΕΙΡΟΥ

 Σήμερα, 2-12-2017, πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του 8ου ΓΕΛ Ιωαννίνων επιμορφωτική συνάντηση των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα teachers4Europe. Μετά το τέλος των εισηγήσεων, ακολούθησε ενημέρωση των συμμετεχόντων από τους πρεσβευτές της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τους στόχους της Ε.Ε αναφορικά με την εκπαίδευση τα επόμενα χρόνια. Από το σχολείο μας παρευρέθηκαν οι καθηγήτριες Β.Ραμπαούνη, Κ. Μαλάμου και Ευ. Ράπτη. 








Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

Aρχαϊκοί χρόνοι. Αποικιακή εξάπλωση


Η λεγόμενη αποικιακή κίνηση, που διήρκησε από τα μέσα περίπου του 8ου αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκε μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση ελληνικών πόλεων στη Σικελία, στη νότια Ιταλία, κατά μήκος της νότιας ακτής της Γαλλίας και της ανατολικής ακτής της Ισπανίας, στη χερσόνησο της Κυρηναϊκής στη βόρεια Αφρική, κατά μήκος των θρακικών ακτών, στον Ελλήσποντο και στη Μαύρη Θάλασσα.




Ελληνικές και φοινικικές αποικίες κατά το 550 π.Χ.


Τα οικονομικά ενδιαφέροντα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του αποικισμού. Τα μέλη των υψηλότερων οικονομικά στρωμάτων αποτέλεσαν τους πρωτοπόρους, όσον αφορά την επέκταση της Ελλάδας έξω από την περιοχή του Αιγαίου. Οι ανώτερες κοινωνικά τάξεις αναζητούσαν "χρήματα" (χρήσιμα πράγματα), όπως ασήμι και χρυσό, εκτάσεις σιτηρών, σπίτια και ζώα, σε περιοχές έξω από τον κυρίως ελλαδικό χώρο.


Βασικά χαρακτηριστικά του αποικισμού ήταν: πρώτον, ότι είχε το στοιχείο της οργανωμένης κίνησης με αφετηρία την εκάστοτε μητρόπολη και δεύτερον, ότι οι αποικίες -με εξαίρεση τα εμπόρια- αποτέλεσαν πόλεις από την αρχή της ίδρυσής τους, οι οποίες μάλιστα συχνά αναπαρήγαγαν τους θεσμούς των μητροπόλεων τους.

Πλοίο. Αρχαϊκή εποχή
Η τυπική αποικία ήταν κατά βάση μία αγροτική κοινότητα. Οι περισσότερες ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν ως αυτόνομες πόλεις υπό την αιγίδα κάποιας μητρόπολης, η οποία προμήθευε τον ιδρυτή (οικιστής) και πιθανότατα τα πλοία  και τους τεχνίτες για την ίδρυση της αποικίας. Ο στόχος κάθε πόλης ήταν η αυτάρκεια. Για αυτόν το λόγο, κατελάμβαναν και καλλιεργούσαν αρκετή γη, ώστε να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν στον πληθυσμό τους αρκετή τροφή.(...)

Συνήθως, οι κάτοικοι μίας αποικίας είχαν κοινό τόπο καταγωγής και η αποικία-πόλη που ίδρυαν είχε σχέσεις με μία μόνο μητρόπολη. Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις μικτών αποικιών που ονομάστηκαν έτσι, επειδή ιδρύθηκαν από κατοίκους διαφορετικών ελληνικών πόλεων(...).



Εκτός από τη γεωργία,  άλλες πηγές εσόδων για ορισμένες αποικίες ήταν η πειρατεία και η αλιεία. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας, η αφθονία θαλάσσιων και ποταμίσιων ψαριών ευνόησε την ανάπτυξη εμπορίου παστών ή λιαστών ειδών, όπως ο τόνος και η ρέγγα.


Οι έλληνες άποικοι ανέπτυξαν εμπορικές συναλλαγές τόσο με τις μητροπόλεις τους, όσο και με άλλες πόλεις και αποικίες εντός και εκτός του ελληνικού κόσμου. Δε δίστασαν, επίσης, να έρθουν σε επαφή και να δημιουργήσουν εμπορικές σχέσεις με τους γείτονές τους αυτόχθονες λαούς (...). 




Το ζύγισμα των προϊόντων, βασική προϋπόθεση του εμπορίου. Αγγείο του 6ου αι. Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης

Οι ελληνικές αποικίες λειτούργησαν ως εμπορικά κέντρα για τους γειτονικούς αυτόχθονες πληθυσμούς. Πρόσφεραν τις υπηρεσίες μίας μεγάλης αναπτυγμένης αγοράς, ικανής να απορροφά μεγάλους αριθμούς προϊόντων -κυρίως όμως δούλων - και σε αντάλλαγμα να προμηθεύει μεγάλες ποσότητες χρήματος -ειδικότερα μετά τον 6ο αιώνα π.Χ.- σε μορφή κερμάτων. 
Οι έλληνες άποικοι διέδοσαν το νόμισμα  στους ντόπιους γείτονές τους. Ελληνικά νομίσματα έχουν βρεθεί σε αρκετές κοινότητες αυτόχθονων φυλών και πιθανότατα να είχαν μεγαλύτερη αξία ως πολύτιμο αντικείμενο παρά ως χρήμα. Είναι γνωστό ότι τα κέρματα από φτηνό μέταλλο ή χαμηλής αξίας νομίσματα είχαν ευρεία χρήση ανάμεσα στις αυτόχθονες φυλές, όπως για παράδειγμα τα δελφίνια της Ολβίας στη Μαύρη Θάλασσα.



Δελφινόσχημο νόμισμα από την Ολβία (περ. 5ος αι. π.Χ.)


Σε κάποιες περιπτώσεις, οι Έλληνες υποδούλωσαν τους αυτόχθονες και άλλοτε πάλι, μη ελληνικά φύλα έδιωξαν τους Έλληνες από την περιοχή τους. Ως επί το πλείστον, πάντως, είχε επέλθει μία ισορροπημένη συνύπαρξη μεταξύ των αποίκων και των αυτόχθονων λαών που κατοικούσαν στην περιοχή. Σε ελάχιστες περιστάσεις, πραγματοποιήθηκε ακόμη και μίξη των δύο ετερογενών στοιχείων(...) Από τη μια μεριά ο φόβος των ντόπιων για τις ετρουσκικές επιδρομές και από την άλλη η έλλειψη εναλλακτικών λύσεων από τους Έλληνες ώθησαν τις δύο ομάδες να ενωθούν. Αρχικά, διατήρησαν την πολιτιστική τους ταυτότητα, αλλά σταδιακά μέσα από τη διαδικασία της καλλιέργειας κοινών εκτάσεων γης αφομοιώθηκαν (Στράβων, Γεωγραφικά 5.4.7).


Πηγή:
  • http://www.ime.gr/chronos/04/gr/economy/col_intro_gen.html
  • http://www.ime.gr/chronos/04/gr/economy/colony.html

Οι συνέπειες του αποικισμού

Πρώτη συνέπεια του αποικισμού ήταν η εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού. Οι άποικοι έφερναν μαζί τους όλα τα χαρακτηριστικά της πόλης-κράτους (..) (θεοί, λατρείες, πολεμική τέχνη, πολιτική οργάνωση, τέχνες και αλφαβητική γραφή). 

Ο αποικισμός επηρέασε τους λαούς με τους οποίους ήρθαν σε επαφή οι Έλληνες. Για παράδειγμα, στις περιοχές που δεν υπήρχε γραφή οι Έλληνες έφεραν το αλφάβητο. Από την ευβοϊκή αποικία της Κύμης μεταδόθηκε το αλφάβητο στους λαούς που κατοικούσαν στην Ιταλική χερσόνησο. Έτσι και οι Ετρούσκοι υιοθέτησαν το ελληνικό αλφάβητο, το οποίο άλλαξαν για να ταιριάζει στη δική τους γλώσσα. Αλλά και τα ετρουσκικά έργα επηρεάστηκαν πολύ από την ελληνική τέχνη. 

Οι Έλληνες είχαν επίσης μεγάλη επιρροή σε περιοχές που βρίσκονταν στο κέντρο της Ιταλικής χερσονήσου, για παράδειγμα στη Ρώμη. Αυτό το γνωρίζουμε από τα αντικείμενα ελληνικής τέχνης (πήλινα αγγεία και μεταλλικά σκεύη) που βρέθηκαν στην περιοχή. Η ντόπια επίσης παραγωγή φανερώνει την επιρροή της ελληνικής τέχνης, καθώς οι ντόπιοι τεχνίτες έμαθαν να κατασκευάζουν προϊόντα που προτιμούσαν οι άποικοι.

Με τις ανασκαφές μαθαίνουμε επίσης ότι οι Έλληνες άποικοι επηρέασαν τους κατοίκους και πιο μακρινών περιοχών, στη δυτική και κεντρική Ευρώπη, δηλαδή τους Κέλτες, που κατοικούσαν τότε στη σημερινή Γαλλία και στη δυτική Γερμανία. Επίσης επιρροές υπήρχαν στους Σκύθες, που κατοικούσαν στη σημερινή Ρουμανία, στην Ουκρανία και στη νότια Ρωσία. 

Στους Έλληνες ήταν έντονη η ανατολική επίδραση. Αυτό είναι φανερό τόσο στη μυθολογία όσο και στην τέχνη. Στη γλυπτική, αλλά και στα πήλινα αγγεία, χρησιμοποιούνται από τους καλλιτέχνες του ελληνικού κόσμου θέματα αγαπητά στους κατοίκους της Εγγύς Ανατολής και της Αιγύπτου, όπως σφίγγες και γρύπες, λιοντάρια, φυτά κ.ά. Γι’ αυτό η τέχνη του 7ου αιώνα π.Χ. ονομάζεται ανατολίζουσα


Η "Σφίγγα των Ναξίων" Μαρμάρινο Άγαλμα, 560π.Χ. 
Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών

Αλληλεπιδράσεις και σχέσεις εμφανίζονται και στο πολιτικό πεδίο, όπως για παράδειγμα με συμμαχίες (ο τύραννος της Σάμου Πολυκράτης συμμάχησε με το φαραώ της Αιγύπτου κατά του Πέρση βασιλιά). Ακόμη, Έλληνες μισθοφόροι πολέμησαν στην Αίγυπτο εναντίον της ασσυριακής κυριαρχίας και στη Βαβυλωνία. Αλλά και οι Λυδοί υπήρξαν μάλλον το πρότυπο για το πολίτευμα της τυραννίδας. 

Μια δεύτερη συνέπεια του αποικισμού ήταν η ανάπτυξη των εμπορικών ανταλλαγών στη Μεσόγειο από τις πόλεις-κράτη, τις μητροπόλεις δηλαδή, προς τις αποικίες και από τις αποικίες στους ντόπιους πληθυσμούς. Όπλα, πολυτελή σκεύη και υφάσματα, πήλινα αγγεία ήταν μερικά από τα προϊόντα των ανταλλαγών.

Η εξάπλωση των Ελλήνων είχε ως αποτέλεσμα την αλληλεπίδραση των πολιτισμών. Αυτό έφερε αλλαγές στην κοινωνική οργάνωση, στην τέχνη αλλά και στο πολίτευμα.

Πηγή: Μuseduc



Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2017

Ψηφιακή αναπαράσταση της Γκουέρνικα


Η Γκουέρνικα είναι αναμφίβολα ένας από τους πιο γνωστούς πίνακες του ισπανού ζωγράφου P.Picasso. Σήμερα, αποτελεί το αντικείμενο εικονικής έκθεσης στο Μουσείο Reina Sofia στη Μαδρίτη με τίτλο "Repensar Guernica".

Το μουσείο προτείνει μια ψηφιακή αναπαράσταση υψηλής ευκρίνειας του πίνακα, που επιτρέπει να δει κανείς και τις πιο μικρές λεπτομέρειές του, όπως τις τρίχες του πινέλου που κόλλησαν πάνω του ή τα ίχνη ενός βανδαλισμού που συνέβη το 1974 και που είναι ελάχιστα ορατά ακόμα και από πολύ κοντά.

Βλ. Le Figaro 
Eπισκεφτείτε την ιστοσελίδα του Μουσείου Reina Sofia





Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

Κώστας Καρυωτάκης, Το βράδυ





Κώστας Καρυωτάκης 1896 – 1928


Ποιητής και πεζογράφος, ίσως η σημαντικότερη λογοτεχνική φωνή, που ανέδειξε η γενιά του '20 και από τους πρώτους, που εισήγαγαν στοιχεία του μοντερνισμού στην ελληνική ποίηση. Επηρέασε πολλούς από τους κατοπινούς ποιητές (Σεφέρης, Ρίτσος, Βρεττάκος) και με την αυτοκτονία του δημιούργησε φιλολογική μόδα, τον Καρυωτακισμό, που πλημμύρισε τη νεοελληνική ποίηση.


Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896 και ήταν γιoς του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη από τη Συκιά
Στη Συκιά το 1927 με την αδελφή του, τον ανηψιό του
και τη νύφη του
Κορινθίας και της Κατήγκως Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Ήταν ο δευτερότοκος της οικογένειας. Είχε μία αδελφή ένα χρόνο μεγαλύτερή του, τη Νίτσα, και έναν αδελφό μικρότερο, το Θάνο, που γεννήθηκε το 1899 και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος.
Λόγω της εργασίας τού πατέρα του, η οικογένειά του αναγκαζόταν να αλλάζει συχνά τόπο διαμονής. Έζησαν στη Λευκάδα, την Πάτρα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, το Αργοστόλι, την Αθήνα (1909-1911) και τα Χανιά, όπου έμειναν ως το 1913.

Από τα εφηβικά του χρόνια δημοσίευε ποιήματά του σε παιδικά περιοδικά, ενώ το όνομά του αναφέρεται και σε διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Διάπλαση των Παίδων». Σε ηλικία 17 ετών ερωτεύεται την χανιώτισσα Άννα Σκορδύλη, μια σχέση που θα τον σημαδέψει.


Το 1917 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με λίαν καλώς. Στην αρχή επιχείρησε να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, ωστόσο η έλλειψη πελατείας τον ώθησε στην αναζήτηση θέσης δημοσίου υπαλλήλου. Διορίστηκε στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης, ενώ μετά την οριστική απαλλαγή του από τον Ελληνικό Στρατό για λόγους υγείας, τοποθετήθηκε σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων οι νομαρχίες Σύρου, Άρτας και Αθήνας. Απεχθανόταν τη δουλειά του και δεν ανεχόταν την κρατική γραφειοκρατία, εξού και οι πολλές μεταθέσεις του.



Η πρώτη ποιητική συλλογή του «Ο Πόνος των Ανθρώπων και των Πραγμάτων», δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1919 και δεν έλαβε ιδιαίτερα θετικές κριτικές. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε το σατιρικό περιοδικό «Η Γάμπα», η κυκλοφορία του οποίου όμως απαγορεύτηκε έπειτα από έξι τεύχη κυκλοφορίας. Η δεύτερη συλλογή του, υπό τον τίτλο «Νηπενθή», εκδόθηκε το 1921.



Μαρία Πολυδούρη
Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, συνάδελφό του στη Νομαρχία Αττικής, παρόλο που δεν είχε ξεχάσει την πρώτη αγάπη, την Άννα Σκοδρύλη, η οποία στο μεταξύ είχε παντρευτεί. Η Πολυδούρη του προτείνει να παντρευτούν, παρότι γνώριζε ότι έπασχε από σύφιλη. Το 1924 ταξίδεψε στο εξωτερικό και επισκέφθηκε την Ιταλία και τη Γερμανία. Το Δεκέμβριο του 1927 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του, με τίτλο «Ελεγεία και Σάτιρες».


Το Φεβρουαρίου του 1928 αποσπάστηκε στην
Πάτρα και λίγο αργότερα στην Πρέβεζα. Η αλληλογραφία του με συγγενείς του την περίοδο αυτή αναδεικνύει την απόγνωση του Καρυωτάκη για την επαρχιακή ζωή και τη μικρότητα της τοπικής κοινωνίας.



τοπικής κοινωνίας.
Στις 20 Ιουλίου πήγε στο Μονολίθι και αποπειράθηκε επί δέκα ώρες να αυτοκτονήσει, προσπαθώντας μάταια να πνιγεί. Την επόμενη μέρα  αγόρασε ένα περίστροφο κι επισκέφτηκε ένα καφενείο της Πρέβεζας. Αφού πέρασε λίγες ώρες μόνος του καπνίζοντας, πήγε σε μια παρακείμενη παραλία, τον Άγιο Σπυρίδωνα και έθεσε τέλος στη ζωή του κάτω από έναν ευκάλυπτο. Στην τσέπη του η αστυνομία βρήκε ένα σημείωμα, που εξηγούσε τους λόγους της αυτοκτονίας του:


Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις, χωρίς τις περσότερες να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία, όμως, πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι' αυτό. Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ' αυτούς απευθύνομαι. Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές !!! είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν άρρωστος. Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέση την οικογένειά μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας.

[Υ.Γ.] Και για ν' αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε, επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου.

Εκτός από το ποιητικό του έργο, ο Καρυωτάκης έγραψε επίσης πεζά, ενώ μας άφησε και μεταφράσεις ξένων λογοτεχνών. Η ποίηση του Καρυωτάκη δεν έχει ίχνος φιλολογίας, αισθηματισμού και φιλαρέσκειας, που υπάρχει σε αφθονία στους παλιότερους ποιητές. Αποπνέει την αίσθηση του μάταιου, του χαμένου, η στάση του είναι αντιηρωική και αντιδανική. Ο Καρυωτάκης γράφει ποιήματα για το άδοξο, το ασήμαντο, ακόμα και το γελοίο, ως διαμαρτυρία, που φθάνει στο σαρκασμό.


Πηγή:https://www.sansimera.gr/biographies/204



Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2017

Οι Μεταβατικοί χρόνοι. Η πολιτισμική αναγέννηση

Σκοτεινοί χρόνοι
Πρώιμοι Σκοτεινοί χρόνοι : 1100-1050 π.Χ.
Ύστεροι Σκοτεινοί χρόνοι : 1050-900 π.Χ.

Γεωμετρική περίοδος
Πρώιμη Γεωμετρική περίοδος: 900-850 π.Χ.
Μέση Γεωμετρική περίοδος: 850-760 π.Χ.
Ύστερη Γεωμετρική περίοδος: 760-700 π.Χ.



Ο Α΄  Ελληνικός Αποικισμός

Οι περιοχές της Μ. Ασίας όπου μετανάστευσαν τα ελληνικά φύλα:
Δωρική Εξάπολη





Κατά τη Γεωμετρική περίοδο συντελέστηκαν σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της κοινωνικής, πολιτικής και θρησκευτικής ζωής καθώς και της πολιτιστικής δημιουργίας των πληθυσμών που κατοικούσαν στον ευρύτερο ελληνικό χώρο.

 Το όνομα Έλληνες καθιερώθηκε ως δηλωτικό μιας πληθυσμιακής ομάδας που τη συνέδεε η ίδια πανελλήνια εθνική συνείδηση. Αποφασιστικής σημασίας για τη διαμόρφωση του λαού και του πολιτισμού της Ελλάδας υπήρξε η δημιουργία του ελληνικού αλφάβητου από το φοινικικό και η ταχεία διάδοση του έπους με το οποίο καλλιεργήθηκε η συνείδηση της κοινής καταγωγής όλων των Ελλήνων από τους ίδιους ηρωϊκούς προγόνους και προβλήθηκαν ως ρυθμιστικοί κανόνες της ανθρώπινης ζωής η ομηρική θρησκεία και ηθική. Η λατρεία ορισμένων θεών έγινε πανελλήνια και διαδόθηκαν κοινές δοξασίες σχετικές με τις ιδιότητές τους, τα σύμβολά τους και τις σχέσεις μεταξύ τους. Προς το τέλος της περιόδου οι Ολυμπιακοί Αγώνες απέκτησαν πανελλήνια ακτινοβολία, ενώ το ιερό της Ολυμπίας καθιερώθηκε ως τόπος συνάντησης των ελληνικών πληθυσμών, όπου συνειδητοποιούσε κανείς τις ομοιότητες και τις διαφορές των φύλων. Οι αμφικτυονίες με θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα που εκείνη την εποχή ιδρύονταν ή επεκτείνονταν συνέβαλαν ακριβώς προς την ίδια κατεύθυνση ανάπτυξης κοινών δεσμών.


ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ


Στους γεωμετρικούς χρόνους οι τέχνες γνώρισαν μία σχετική άνθιση, ιδιαίτερα η κεραμική, στην οποία οι νεωτερισμοί είναι περισσότεροι και ευδιάγνωστοι. H λογοτεχνία της εποχής υπήρξε κυρίως προφορική, αλλά το έπος αποκρυσταλλώθηκε προς τα τέλη της περιόδου χάρις στην επανάκτηση της γραφής. Στη θρησκεία συνταιριάστηκε η μυκηναϊκή παρακαταθήκη με νέα στοιχεία, τα οποία οφείλονταν τόσο στην έλευση νέων φύλων όσο και στην επαφή με την Aνατολή.



Αρχιτεκτονική


Περισσότερες πληροφορίες διαθέτουμε από τα τέλη του 9ου αιώνα π.Χ. και έπειτα. Οι τοίχοι των σπιτιών κατασκευάζονταν από άψητες πλίνθους πάνω σε λίθινα θεμέλια και σπανιότερα από μικρούς ακατέργαστους λίθους χωρίς συνδετικό υλικό. Οι στέγες, συνήθως δίρριχτες είχαν ξύλινο σκελετό και καλύπτονταν με ξερά χόρτα. Το σχήμα των σπιτιών στην αρχή ήταν ωοειδές ή αψιδωτό και εξαιρετικά σπάνια κυκλικό. Οι τύποι αυτοί όμως δεν μπορούσαν να συνδυαστούν εύκολα σε πολεοδομικούς σχηματισμούς και επιπλέον πρόσφεραν λιγότερο εκμεταλλεύσιμο χώρο. Έτσι από τον 8ο αιώνα π.Χ. επικράτησε το ορθογώνιο σχήμα.


Χτιστά έδρανα περιέτρεχαν τους εσωτερικούς τοίχους των σπιτιών και χρησίμευαν για καθίσματα και για κρεβάτια. Ο αερισμός γινόταν κυρίως από την πόρτα, ενώ τα παράθυρα ήταν σχετικά σπάνια. Συνήθως σε μία άκρη του σπιτιού υπήρχαν μικρές εστίες που χρησιμοποιούνταν για το μαγείρεμα και τη θέρμανση. Το νερό συγκεντρωνόταν σε μεγάλα πήλινα αγγεία, τα οποία μπορούσαν να χρησιμεύουν και για την αποθήκευση τροφίμων. Αν κρίνουμε από τις παραστάσεις σε αγγεία, οπωσδήποτε θα υπήρχαν και κάποια ξύλινα έπιπλα.
Πηγή:Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού


Κεραμική

Κύριο χαρακτηριστικό της κεραμικής των χρόνων αυτών είναι ότι η επιφάνεια των αγγείων καλύπτεται από σκουρόχρωμα γραμμικά κοσμήματα διατεταγμένα σε ζώνες, τα περισσότερα από τα οποία έχουν τη μορφή γεωμετρικών σχημάτων. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις διακρίνουμε ότι τα γραμμικά διακοσμητικά μοτίβα έχουν γίνει με τη βοήθεια γεωμετρικών οργάνων· για παράδειγμα, οι κύκλοι και τα ημικύκλια σχεδιάζονταν με διαβήτη. Το 1870 ο Γερμανός αρχαιολόγος Alexander Conze ονόμασε τη διακόσμηση των αγγείων αυτών γεωμετρική και από τότε ο όρος έχει επικρατήσει ως προσδιορισμός όχι μόνο για τη διακοσμημένη κεραμική, αλλά συνολικά για την τέχνη, και κατ᾽ επέκταση για τη χρονική περίοδο από το τέλος του 11ου ως το τέλος του 8ου αιώνα π.Χ. Την αρχική φάση της γεωμετρικής εποχής (1050-900 π.Χ. περίπου) την ονομάζουμε πρωτογεωμετρική. Η κυρίως γεωμετρική περίοδος διαρκεί από το 900 ως το 700 π.Χ. περίπου και τη χωρίζουμε σε τέσσερις επιμέρους περιόδους ή φάσεις: την πρώιμη (900-850 π.Χ.), τη μέση (850-760 π.Χ.), την ώριμη (760-730 π.Χ.) και την όψιμη (730-700 π.Χ.). 

                     
  



Στην πρώιμη φάση μεγάλο μέρος της επιφάνειας των αγγείων καλύπτεται με μαύρο γάνωμα (βερνίκι που παίρνει το σκούρο χρώμα του με το ψήσιμο) και η γεωμετρική διακόσμηση περιορίζεται σε ζώνες που έχουν το χρώμα του πηλού.




Γεωμετρικός αμφορέας, δεύτερο τέταρτο του 8ου αι. π.Χ.
 Μόναχο, Staatliche Antikensammlungen




Στη μέση φάση οι σκουρόχρωμες
επιφάνειες περιορίζονται αισθητά και εκτός από τα γεωμετρικά κοσμήματα, που μεγαλώνουν και γίνονται πολυπλοκότερα, εμφανίζονται αρκετά συχνά μορφές ζώων και ανθρώπων 







ΠροσθΑττικός γεωμετρικός κρατήρας. Από το Δίπυλο, Κεραμεικός.
Του ''Ζωγράφου του Hirschfeld''.
750-735 π.Χ.



Στην ώριμη φάση τα αγγεία γίνονται μεγαλύτερα και μνημειακότερα, ενώ αυξάνει το μέγεθος και η σημασία των ανθρώπινων μορφών .











 Γεωμετρικό λουτήριον, τέλος του 8ου αι. π.Χ. Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο.
Στην όψιμη φάση χάνεται η αυστηρή διάταξη των κοσμημάτων και η διακόσμηση της επιφάνειας των αγγείων γίνεται πιο
ελεύθερη, ενώ οι ανθρώπινες μορφές που συνθέτουν διάφορες σκηνές από τη ζωή και τις τελετές (επιτάφιους θρήνους, μάχες, κυνήγια, πλοία στη θάλασσα, χορούς) καταλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο χώρο και γίνονται πλέον το κυρίαρχο στοιχείο του διακόσμου.







Αττική γεωμετρική τριφυλλόστομη οινοχόη. Βρέθηκε στην Αθήνα. 750-725 π.Χ.


Aμφορέας με διπλές λαβές. Από τον Κεραμεικό. Του Ζωγράφου των Αθηνών 216. 850-800 π.Χ.






Yστερογεωμετρικός αμφορέας. Από την Αθήνα. Του Ζωγράφου του Διπύλου. 760-750 π.Χ.







Αττική υστερογεωμετρική πυξίδα με τέσσερα άλογα στο πώμα. Από τον Κεραμεικό. 750-735 π.Χ.

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2017

Ο Μυκηναϊκός κόσμος


'Υστερη εποχή του Χαλκού ( 1600-1100π.Χ.)


Περίοδος Βασιλικών τάφων ( 1600-1450π.Χ.)
Heinrich-Schliemann


Γύρω στα 1400 π.Χ.  τα πρώτα βεβαιωμένα  ανακτορικά συγκροτήματα ( ανακτορική φάση 1400 π.Χ. -1200 π.Χ)

Τα τείχη της Τίρυνθας

Πύλος. Σχεδιαστική αναπαράσταση της κεντρικής αίθουσας του θρόνου


Πύλος. Ανάκτορο του Νέστορα

Η Μυκηναϊκή Θήβα ( Ελληνικός Κόσμος)

Τα Ανάκτορα

Τα ανακτορικά συγκροτήματα που έχουν αποκαλυφθεί στις Μυκήνες και την Τίρυνθα, στην Αργολίδα και στην Πύλο, στη Μεσσηνία ήταν οι κατοικίες των μυκηναίων ηγεμόνων. Στις Μυκήνες και την Τίρυνθα τα ανάκτορα ήταν προστατευμένα από τα ισχυρά οχυρωματικά τείχη των ακροπόλεων, ενώ το ανάκτορο της Πύλου ήταν ανοχύρωτο σε μια όμως φυσικά οχυρωμένη θέση. Αποσπασματικά τμήματα ενός μυκηναϊκού ανακτόρου έχουν βρεθεί και στη Θήβα, αν και εκεί το ανακτορικό συγκρότημα δεν έχει πλήρως αποκαλυφθεί. Ανακτορικά συγκροτήματα θα πρέπει να βρίσκονται και σε άλλες θέσεις, όπως στον Ορχομενό της Βοιωτίας, την Ιωλκό και τη Σπάρτη, όπου η παράδοση και τα μέχρι τώρα ευρήματα μαρτυρούν την παρουσία μιας ισχυρής και σημαίνουσας μυκηναϊκής δύναμης.

Τα μυκηναϊκά ανάκτορα και οι μινωικές επιρροές

Παρά το γεγονός ότι τα μυκηναϊκά ανάκτορα διαφέρουν αρκετά στο σχεδιασμό τους από τα μινωικά ανάκτορα, τόσο η έμπνευση όσο και η χρήση των χώρων οφείλονται σε μινωικές επιρροές. Στην οικοδόμηση των μυκηναϊκών ανακτόρων αναγνωρίζονται αρκετά μινωικά στοιχεία. Η ευρεία χρήση της ξυλοδεσιάς και η χρησιμοποίηση ορθογώνιων πωρόλιθων στις προσόψεις θεωρούνται αρχιτεκτονικά στοιχεία που οι Μυκηναίοι πήραν από τους Μινωίτες. Όσον αφορά την οργάνωση του χώρου, μινωικά στοιχεία θεωρούνται η ύπαρξη ενδιάμεσων αυλών και φωταγωγών, τα πρόπυλα, οι μεγάλες αίθουσες συμποσίων, οι αποθήκες με τα πιθάρια, οι εργαστηριακοί χώροι, τα αποχωρητήρια και το αποχετευτικό δίκτυο. Μινωικά στοιχεία συναντώνται ακόμη και σε διακοσμητικές λεπτομέρειες, όπως στα λίθινα κέρατα καθοσιώσεως που διακοσμούσαν περίοπτα σημεία των ακροπόλεων.

Η κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων

Τα μυκηναϊκά ανάκτορα καταστράφηκαν σχεδόν ταυτόχρονα γύρω στο 1200 π.Χ.,(...) από πυρκαγιά. (...).Για πολλές δεκαετίες η επικρατούσα άποψη υποδείκνυε ότι υπεύθυνη για την καταστροφή των ανακτόρων ήταν η "κάθοδος των Δωριέων", δηλαδή η είσοδος νέων φύλων στον ελλαδικό χώρο που εκτόπισε βίαια τους μυκηναίους ηγεμόνες και έφερε το τέλος της ανακτορικής ακμής. Νεότερα αρχαιολογικά στοιχεία, τα οποία δείχνουν μια ομαλή εξέλιξη των οικισμών και μετά την καταστροφή, τείνουν να ανατρέψουν αυτή την άποψη. 'Ετσι, οι περισσότεροι μελετητές υποστηρίζουν πλέον ότι η κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων ήταν αποτέλεσμα της φυσικής φθοράς της εξουσίας ή το αποτέλεσμα εσωτερικών αναταραχών.


Οι Ακροπόλεις


Κατά το 14ο και 15ο αιώνα π.Χ. εμφανίστηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα  οχυρωμένοι οικισμοί, χτισμένοι  με το λεγόμενο κυκλώπειο τρόπο οικοδόμησης, με στόχο να κάνουν τους μυκηναϊκούς οικισμούς πραγματικά απόρθητους. (...)

Οι μεγάλες οχυρωμένες ακροπόλεις της Τίρυνθας, των Μυκηνών, του Γλα και των Αθηνών αποτελούν ίσως τα πιο χαρακτηριστικά δημιουργήματα του μυκηναϊκού πολιτισμού. Οι εγκαταστάσεις αυτές δεν ήταν απλώς οχυρωμένοι συνοικισμοί, ούτε ανοχύρωτα ανάκτορα, όπως στην Κρήτη και την Πύλο. Ήταν τειχισμένα ανακτορικά συγκροτήματα τα οποία καταλάμβαναν σχεδόν ολόκληρη την έκταση εντός των τειχών και αποτελούσαν τις πρωτεύουσες μεγάλων διοικητικών περιοχών. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών ζούσαν σε μικρότερους συνοικισμούς και αγροτικές εγκαταστάσεις έξω από τα τείχη. Οι περίοικοι έβρισκαν σε καιρό πολέμου καταφύγιο στις ακροπόλεις, αν και το εσωτερικό τους δε διέθετε αρκετό ελεύθερο χώρο, καθώς τα κτήρια κάλυπταν σχεδόν ολόκληρη την έκταση της ακρόπολης. (...)




Μυκήνες. Πύλη των Λεόντων



Οι ακροπόλεις ήταν οι διοικητικές έδρες και ταυτόχρονα τα θησαυροφυλάκια κάθε μυκηναϊκού κρατιδίου. Ο επιβλητικός όγκος των τειχών τους αποτελούσε ταυτόχρονα το σύμβολο και το μέτρο ισχύος του δυνάστη που τις κατείχε. (...)



Το εσωτερικό των ακροπόλεων ήταν ένας άριστα οργανωμένος χώρος, όπου βρίσκονταν διάφορα κτηριακά συγκροτήματα με συγκεκριμένες λειτουργίες. Η επικοινωνία ανάμεσα στα συγκροτήματα αυτά γινόταν με ένα περίπλοκο σύστημα από διαδρόμους, κλίμακες και αναβάθρες που διευκόλυναν την κυκλοφορία και συγχρόνως χώριζαν την ακρόπολη σε ζώνες ειδικών λειτουργιών. Το κεντρικό κτήριο ήταν το ανάκτορο, η κατοικία του άνακτα και της οικογένειάς του. Γύρω από αυτό βρισκόταν ένα πλήθος από κτίσματα, όπου στεγάζονταν οι ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι, τα μέλη του ιερατείου, οι τεχνίτες και οι καλλιτέχνες. Σε γειτονικά διαμερίσματα κατοικούσαν η ακολουθία και η φρουρά του ηγεμόνα. Στις ακροπόλεις βρίσκονταν επίσης τα ανακτορικά ιερά και οι κρατικές αποθήκες, όπου ήταν συγκεντρωμένα τα αγροτικά προϊόντα και τα εμπορεύματα της περιοχής.

Πηγή:Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού

Η Οικονομία

Η Αγροτική Οικονομία


Στα ανακτορικά κέντρα λειτουργούσε ένα πολύ καλά οργανωμένο σύστημα αποθήκευσης και αναδιανομής των αγροτικών προϊόντων. Το πλεόνασμα της παραγωγής συγκεντρωνόταν στα ανάκτορα ίσως εν είδει φόρων που απέδιδαν οι κοινότητες και οι πολίτες από την παραγωγή τους. Εκεί καταγράφονταν σχολαστικά σε πήλινες πινακίδες τα είδη, οι ποσότητες των προσφορών και η προέλευσή τους. Τα ανάκτορα, όπως υποδεικνύουν οι πινακίδες της Πύλου αλλά και αυτές των Μυκηνών και της Θήβας, διακινούσαν ορισμένα προϊόντα παίζοντας διαμετακομιστικό ρόλο στο εσωτερικό και το διεθνές εμπόριο.(...)

Μυκήνες. Χρυσή Ζυγαριά



Χάρη στα κείμενα των πινακίδων που έχουν διασωθεί έχουμε σήμερα μια αρκετά καλή εικόνα των αγροτικών προϊόντωνπου διακινούνταν 

στα ανάκτορα. Τα κυριότερα από αυτά ήταν τα σιτηρά, το ελαιόλαδο και το κρασί. ’λλα, μικρότερης σημασίας για τη διατροφή, προϊόντα ήταν τα βότανα, τα μπαχαρικά και το μέλι. Ένα σημαντικό ρόλο στην αγροτική οικονομία έπαιζε και το μαλλί των προβάτων αλλά και το εμπόριο των ζώων.

Το Εμπόριο και  η Ναυτιλία

Μέσα από τις επαφές των πρώτων μυκηναίων ηγεμόνων με την Κρήτη δημιουργήθηκαν νέα πρότυπα οικονομικής διαχείρισης, τα οποία μεταφέρθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, συνοδευμένα από τα τελευταία τεχνολογικά και πνευματικά επιτεύγματα της εποχής.



Με την ίδρυση των μυκηναϊκών ανακτόρων κατά το 14ο αιώνα π.Χ. η οικονομία άλλαξε χαρακτήρα και έγινε αυστηρά συγκεντρωτική. Οι ειδικευμένοι τεχνίτες εργάζονταν στα ανάκτορα ή κατά παραγγελία των ανακτόρων σύμφωνα με το μινωικό πρότυπο. (...) Τα ανάκτορα λειτουργούσαν ως κέντρα συγκέντρωσης και αναδιανομής του αγροτικού πλεονάσματος αλλά και ως κέντρα του διεθνούς εμπορίου. Τα μυκηναϊκά ανάκτορα απέκτησαν γρήγορα οικονομική ισχύ και διεθνή ακτινοβολία, περιορίζοντας σταδιακά τη μινωική θαλασσοκρατορία. Μια σειρά από οργανωμένες εμπορικές
δραστηριότητες έφεραν τους Μυκηναίους ως την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο αλλά και στα κέντρα της δυτικής Μεσογείου, στην Κάτω Ιταλία, τη Σικελία και τη Σαρδηνία. Οι τακτικές αυτές συναλλαγές διευκολύνθηκαν από την ίδρυση εμπορικών σταθμών σε πολλά σημαντικά λιμάνια της Μεσογείου, μερικά από τα οποία είχαν το χαρακτήρα των αποικιών. Μερικές σπάνιες πρώτες ύλες που βρέθηκαν σε ορισμένα σημαντικά μυκηναϊκά κέντρα, όπως το ήλεκτρο καθώς και ορισμένες καλλιτεχνικές αλληλεπιδράσεις υποδεικνύουν ότι οι Μυκηναίοι είχαν σποραδικές επαφές με τη Βόρεια Ευρώπη, τη Βρετανία και τις χώρες της Βαλτικής. Την παρουσία των Μυκηναίων στις μακρινές αυτές χώρες προκάλεσε κυρίως η αναζήτηση των μετάλλων, ιδιαίτερα του χρυσού και του κασσίτερου, που δεν απαντούν στην ηπειρωτική Ελλάδα.



Με την κατάρρευση των ανακτόρων γύρω στο 1200 π.Χ. κατέρρευσε και το οικονομικό σύστημα της μυκηναϊκής Ελλάδας. Οι εμπορικές δραστηριότητες συρρικνώθηκαν και η οικονομία εισήλθε σε μια μακρά περίοδο μαρασμού. Τα τοπικά εργαστήρια συνέχισαν την παραγωγή τους αλλά τα εισηγμένα πολυτελή προϊόντα έπαψαν να φτάνουν από τις ξένες αγορές και η καλλιτεχνική δημιουργία έχασε τη λάμψη των προηγούμενων αιώνων. Η οικονομική παρακμή και η εξαφάνιση της γραφής που χρησιμοποιούνταν από τα ανακτορικά κέντρα σηματοδότησαν την είσοδο της ηπειρωτικής Ελλάδας στη λεγόμενη περίοδο των "σκοτεινών αιώνων". Ένα νέο υλικό, ο σίδηρος, η χρήση του οποίου παρατηρείται από την Πρωτογεωμετρική περίοδο, έδωσε ένα διαφορετικό στίγμα στις οικονομικές διαδικασίες, δίνοντας και το όνομά του στη νέα εποχή.






Υπερπόντιες πολεμικές επιχειρήσεις  των Αχαιών




Ο πολιτισμός της Μυκηναϊκής κοινής

Συνεκτικά στοιχεία ελληνικών φύλων κατά τη μυκηναϊκή εποχή




  • Κοινή γλώσσα 
  • Κοινή Θρησκεία
  • Μεταθανάτιες δοξασίες
  • Ομοιομορφία στην κοινωνικοπολιτική οργάνωση και τους θεσμούς


Η Κοινωνία



Στην κορυφή της μυκηναϊκής ιεραρχίας βρισκόταν ο Wanax, ο
Χρυσή προσωπίδα γνωστή ως "Μάσκα του Αγαμέμνοντα"

άνακτας. Ο ανώτατος αυτός μονάρχης διοικούσε το κράτος με έδρα τα ανάκτορα, καθόριζε τους νόμους και τους φόρους, κατεύθυνε τα συλλογικά έργα και όριζε τις διεθνείς συνθήκες. Όπως προκύπτει από τις πινακίδες της Πύλου, ο Wanax κατείχε τεράστιες εκτάσεις γης και επέτρεπε μόνο στον εαυτό του να αποδίδει συγκεκριμένες προσφορές στους θεούς. Η εξουσία του δεν απέρρεε από κάποιες διοικητικές διαδικασίες αλλά μάλλον από την κληρονομική διαδοχή. (...)


Η δεύτερη σημαντική μορφή στην πυραμίδα της ιεραρχίας ήταν ο Lawagetas, εκείνος δηλαδή που άγει το λαό. Αν υποτεθεί ότι στη μυκηναϊκή γλώσσα όπως και στον Όμηρο η λέξη λαός δηλώνει το στρατό, τότε ο Lawagetas ήταν ο αρχηγός του στρατού. Τα καθήκοντά του θα ήταν να επιβάλει την τάξη στο κράτος και να οδηγεί το στρατό στις πολεμικές επιχειρήσεις. Οι εκτάσεις γης που είχε στην κατοχή του δείχνουν επίσης ότι κατείχε τη δεύτερη θέση μετά τον άνακτα στο σύστημα γαιοκτησίας. Είχε επίσης στην υπηρεσία του διάφορους τεχνίτες. Μια διαφορετική άποψη ερμηνεύει τον Lawagetas ως ένα είδος εστεμμένου πρίγκηπα που δεν είχε στρατιωτική ή άλλη εξουσία.



Μία ομάδα αξιωματούχων που αναφέρεται επίσης συχνά σε κείμενα γαιοκτησίας από την Πύλο και την Κνωσό είναι οι Telestas, οι τελεστές. Οι κάτοχοι του αξιώματος αυτού κατείχαν μια αρκετά υψηλή θέση στην ιεραρχία. Τρεις από τους αναφερόμενους τελεστές κατείχαν μαζί τόση γη όσο και ο άνακτας. Σχετικά με τα καθήκοντά τους έχουν διατυπωθεί δύο διαφορετικές θεωρίες. Η μια τους θέλει θρησκευτικούς  υπαλλήλους και η άλλη πρόσωπα στα οποία είχε παραχωρηθεί γη ως αντάλλαγμα για την παροχή υπηρεσιών. Στην περιοχή της Πύλου υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός τελεστών.



Σε κείμενα από την Πύλο και την Κνωσό αναφέρεται η στρατιωτική τάξη των ιππέων, οι equeta. (...) Στην Πύλο οι ιππείς εμφανίζονται ως εκπρόσωποι της κεντρικής στρατιωτικής αρχής και όπως φαίνεται από ορισμένα κείμενα γαιοκτησίας φορούσαν ένα χαρακτηριστικό ένδυμα, επέβαιναν σε δίτροχες άμαξες και είχαν σκλάβους. Η πιο πιθανή εξήγηση των αρμοδιοτήτων τους ήταν ότι αποτελούσαν μια μικρή κάστα πολεμιστών γύρω από τον άνακτα



Η Γραφή




Μυκηναϊκή επιγραφή σε Γραμμική Β. 



Μυκηναϊκή επιγραφή σε Γραμμική Β. Αναφέρεται σε παραγγελία μαλλιού.

                                            Η Γραμμική Β 

Η γραφή αυτή, που είναι μια εξέλιξη της Γραμμικής A, δημιουργήθηκε μάλλον από την ανάγκη να συστηματοποιηθούν περισσότερο οι εμπορικές συναλλαγές και να οργανωθούν καλύτερα η αποθήκευση και η αρχειοθέτηση των αγαθών που διακινούνταν στα ανάκτορα. Οι γραπτές μαρτυρίες της Γραμμικής Β προέρχονται κυρίως από τις πινακίδες των ανακτορικών αρχείων της Πύλου, της Κνωσού και της Θήβας. Από την Πύλο προέρχονται περισσότερες από 1.000 πινακίδες και από την Κνωσό περισσότερες από 3.000. Λιγότερο πλούσια σε αρχειακά ευρήματα είναι τα ανάκτορα των Μυκηνών και της Τίρυνθας.



Τα κείμενα χαράζονταν επάνω σε πλάκες από άψητο πηλό με τη βοήθεια μιας γραφίδας που ήταν φτιαγμένη μάλλον από κόκαλο. Οι πινακίδες αυτές διακρίνονται ανάλογα με το σχήμα τους σε σελιδόσχημες και φυλλόσχημες. Το γεγονός ότι έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα οφείλεται στο τυχαίο γεγονός ότι κατά την καταστροφή των ανακτόρων γύρω στο 1200 π.Χ. κάηκαν και μ' αυτόν τον τρόπο η μάζα τους στερεοποιήθηκε και έγινε πιο ανθεκτική στη φθορά. Οι πινακίδες βρίσκονται συχνά συγκεντρωμένες στους προθαλάμους των ανακτορικών αποθηκών αλλά και σε χώρους άσχετους με την επίσημη αρχειοθέτηση του κράτους, όπως οι ιδιωτικές οικίες εμπόρων.



Πηγή:Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού


Η Θρησκεία

Στη μυκηναϊκή εικονογραφία επαναλαμβάνεται συχνά η απεικόνιση μιας επιβλητικής γυναικείας μορφής, στην οποία
αναγνωρίζεται η "μητέρα-θεά", η σημαντικότερη θεότητα της Μινωικής Κρήτης. Η παρουσία της θεότητας αυτής στην ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και ο πανομοιότυπος τρόπος με τον οποίο απεικονίζεται δείχνουν ότι η λατρεία της μινωικής θεάς της γονιμότητας βρήκε πρόσφορο έδαφος στους αγροτικούς πληθυσμούς της Μυκηναϊκής Ελλάδας. (...) Οι ασπίδες την παρουσιάζουν ως θεά του πολέμου, ενώ τα ζώα και τα πουλιά που κρατά στα χέρια της αποδίδουν την ιδιότητα της Πότνιας Θηρών,
δηλαδή της θεάς στη δικαιοδοσία της οποίας ανήκαν η γέννηση και ο θάνατος των ζώων. Ένα από τα συχνότερα εμβλήματά της ήταν το φίδι, η ίδια όμως η θεά δεν απεικονίζεται ποτέ ως "θεά των όφεων".





Η "Κυρία των Μυκηνών" (13ος π.Χ.). 

Αντίθετα με τη ύψιστη αυτή γυναικεία θεότητα, άρρενες θεοί δεν απεικονίζονταν στη μυκηναϊκή τέχνη.(...) Εκτός από τη γυναικεία θεότητα απεικονίζονται και δαιμονικές μορφές που θα ήταν οι ακόλουθοι της ανθρωπόμορφης θεάς, όπως οι ονόμορφοι δαίμονες.(...)Ένα από τα πιο αγαπημένα θέματα της μυκηναϊκής θρησκευτικής εικονογραφίας αποτελούν οι σφίγγες, μυθικές μορφές ανατολικής προέλευσης με σώμα λιονταριού και γυναικείο κεφάλι, οι οποίες παρουσιάζονται συνήθως φορώντας ένα φτερωτό στέμμα.


Στα κείμενα των ανακτορικών πινακίδων αναφέρονται ονόματα θεών του ελληνικού δωδεκάθεου όπως ο Δίας, η Ήρα, ο Ποσειδών, η ’ρτεμις, ο Ερμής και ο Διόνυσος, ενώ ιδιαίτερα συχνή είναι η αναφορά στη "Πότνια θηρών", μια πρώιμη τοπική θεότητα που ταυτίζεται με τη θεά Αθηνά.





 Συμμετέχουσα σε θρησκευτική τελετή (13ος αι.π.Χ). Μυκήνες

Μαζί με αυτές διαπιστώθηκε η λατρεία και άλλων άγνωστων μέχρι τότε θεοτήτων, οι οποίες φαίνεται ότι έχασαν τη σημασία τους στο μεταγενέστερο ελληνικό κόσμο. Έτσι, το πάνθεο της Μυκηναϊκής εποχής θεωρείται σήμερα ένας συγκερασμός στοιχείων που εκφράζει τη συνύπαρξη της τοπικής παράδοσης με επείσακτα μινωικά στοιχεία. Η παράλληλη λατρεία θεοτήτων διαφορετικής προέλευσης αλλά και η διαφορετική απόδοση του θρησκευτικού τυπικού στην τέχνη δείχνουν ότι οι Μυκηναίοι πήραν από τη μινωική λατρεία μόνο ότι δεν ερχόταν σε αντίθεση με τις δικές τους θρησκευτικές παραδόσεις.





Oι αρχαιολογικές και οι εικονογραφικές μαρτυρίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ιερές πράξεις τελούνταν κατά κύριο λόγο στο ύπαιθρο.(...) Αν και οι αρχαιολογικές μαρτυρίες των υπαίθριων ιερών και των ιερών κορυφής δεν είναι ακόμη αρκετές, από τα μέχρι τώρα ευρήματα γνωρίζουμε ότι στις τοποθεσίες όπου ασκούνταν η μυκηναϊκή λατρεία ιδρύθηκαν αργότερα ναοί της Αρχαϊκής και της Κλασικής περιόδου. Το παλαιότερο μυκηναϊκό ιερό εντοπίστηκε στην Επίδαυρο.



Ιεροί χώροι έχουν εντοπιστεί και σε οικιστικά σύνολα. Tα ιερά
Σχεδιαστική αναπαράσταση μυκηναϊκού ιερού
των οικισμών δεν παρουσιάζουν ιδιότυπο αρχιτεκτονικό σχήμα.(...) Τα πιο χαρακτηριστικά και καλοδιατηρημένα ιερά όμως έχουν εντοπιστεί εκτός της ηπειρωτικής Ελλάδας, στη μυκηναϊκή πόλη
Η κυρία της Φυλακωπής
της Φυλακωπής, στη Mήλο και την Αγία Ειρήνη της Κέας.



Στα μυκηναϊκά ανάκτορα υπήρχαν επίσης ιεροί χώροι, αν και η επισήμανση τέτοιων χώρων εκεί είναι πιο δύσκολη απ' ό,τι στα μινωικά ανάκτορα. Στη μεγάλη τελετουργική εστία του μεγάρου τελούνταν ίσως σπονδές και θυσίες, ενώ στο θρόνο του άνακτα ίσως έδρευαν οι αρχιερείς ή ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης. Την ιερότητα του ανακτορικού χώρου υποδεικνύει και το εικονιστικό πρόγραμμα των τοιχογραφιών που κοσμούσαν τους εσωτερικούς χώρους.(...) Έτσι, παρά τα λιγοστά δείγματα των σαφώς αναγνωρίσιμων ιερών χώρων, θεωρείται βέβαιο ότι σε κάθε μυκηναϊκό οίκημα, ακρόπολη ή ανάκτορο υπήρχαν ειδικοί χώροι αφιερωμένοι στη λατρεία.




Η Αρχιτεκτονική

Τα μυκηναϊκά κτήρια ήταν πάντοτε ορθογώνια. Το ελαφρά παράγωνο σχήμα μερικών κτισμάτων οφείλεται μάλλον στις δυσκολίες οικοδόμησης επάνω σε ανώμαλο έδαφος.Μμεγαρόσχημα κτήρια, εκείνα δηλαδή που είχαν κύριο στοιχείο τους το μέγαρο, είναι το κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο


Κατόψεις μεγάρων από τις Μυκήνες,
την Πύλο και την Tίρυνθα.
της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Διακρίνονται δύο διαφορετικοί οικοδομικοί τύποι. Τα μεγαρόσχημα κτήρια με ανοιχτό προθάλαμο και εκείνα που είχαν κλειστό προθάλαμο και έμοιαζαν περισσότερο με τα ανακτορικά μέγαρα.

 Τα κτήρια και των δύο αυτών τύπων ήταν ελεύθερα στο χώρο. Μια διαφορετική, πιο πολύπλοκη δομή, είχαν τα "πολυαξονικά" κτήρια, τα οποία είχαν δύο ή περισσότερες σειρές δωματίων και περισσότερες δυνατότητες επεκτάσεων.


Κάτοψη μυκηναϊκού ανακτόρου.Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης


Στο κέντρο των δωματίων βρίσκονταν συνήθως απλές εστίες που χρησίμευαν στη θέρμανση και την προετοιμασία του φαγητού. Σε αντίθεση με τα σπίτια της Πρώιμης και της Μέσης Χαλκοκρατίας, στα μυκηναϊκά κτήρια δεν έχουν επισημανθεί αποθηκευτικοί λάκκοι. Τα αγαθά αποθηκεύονταν σε κιβωτιόσχημες λιθόκτιστες κατασκευές. Κατά μήκος των τοίχων των δωματίων υπήρχαν συχνά χτιστοί πάγκοι που χρησίμευαν ως καθίσματα ή ως χώροι απόθεσης αντικειμένων. Στους ιερούς χώρους παρόμοιες εγκαταστάσεις χρησίμευαν για την απόθεση των αφιερωμάτων.



Το σχήμα της στέγης των ιδιωτικών κατοικιών δεν είναι με βεβαιότητα γνωστό. Για την αποκατάσταση του σχήματος της στέγης χρησιμοποιούνται οι απεικονίσεις κτηρίων σε τοιχογραφίες και άλλες μορφές τέχνης, τα πήλινα ομοιώματα κτηρίων και οι ταφικές λάρνακες,  το σχήμα των οποίων θεωρείται ότι μιμείται το σχήμα των σύγχρονών τους σπιτιών. Οι δύο πιο πιθανές εκδοχές αποκατάστασης του σχήματος της στέγης είναι η επίπεδη και η δίρριχτη ή σαμαρωτή στέγη. Και οι δύο εκδοχές όμως συγκεντρώνουν κατά περιπτώσεις αδυναμίες αποκατάστασης.




Σχεδιαστική τομή του θησαυρού του Ατρέως 




Oι θολωτοί τάφοι


Οι θολωτοί τάφοι είναι υπόγεια κυκλικά κτίσματα που αποτελούνται από την κυρίως θόλο και ένα μακρύ δρόμο. Το χτίσιμο των θόλων γινόταν με λιθόπλινθους που τοποθετούνταν σε σειρές κατά το εκφορικό σύστημα.(=το χτίσιμο υπόγειων οικοδομημάτων με τη σταδιακή απομάκρυνση του χώματος). (...)

Η είσοδος των θόλων σφραγιζόταν συνήθως με τοίχο και πολύ σπάνια με θύρα. Ιδιαίτερη επιμέλεια έδιναν στην κατασκευή της πρόσοψης, παρόλο που η είσοδος ήταν μόνο για ένα μικρό διάστημα ορατή, από τη στιγμή της αποπεράτωσης του τάφου μέχρι τον πρώτο ενταφιασμό. Ο πολυτελής διάκοσμος της πρόσοψης του θησαυρού του Ατρέα αποτελεί ένα μοναδικό παράδειγμα. Ο δρόμος ήταν διαμορφωμένος ανάλογα με το μέγεθος και την ποιότητα της κατασκευής των τάφων, ως μια μικρή δίοδος λαξεμένη στο βράχο ή μια επιμελημένη λιθόκτιστη κατασκευή. Ύστερα από κάθε ταφή το εξωτερικό άκρο του δρόμου κλεινόταν και το εσωτερικό του γεμιζόταν με χώμα. Οι τάφοι καλύπτονταν από ένα τεχνητό λοφίσκο από χώμα και πέτρες που προστάτευε την κατασκευή από τη φυσική φθορά. Το επιβλητικό αυτό χωμάτινο έξαρμα λειτουργούσε και ως ταφικό σήμα.




Οι λακκοειδείς τάφοι



Οι λακκοειδείς τάφοι  είναι βαθιοί λάκκοι παραλληλόγραμμου σχήματος και προορίζονταν για περισσότερες από μία ταφές. Η στέγη τους ήταν κατασκευασμένη από πλάκες τοποθετημένες επάνω σε ξύλινα δοκάρια και ήταν επιχρισμένη με πηλό, ενώ η μεγάλη απόστασή της από το δάπεδο δημιουργούσε ένα μικρό ορθογώνιο θάλαμο. Ο χώρος επάνω από τη στέγη που ήταν τοποθετημένη βαθύτερα από την επιφάνεια του εδάφους, γεμιζόταν με χώμα. Επάνω από το χωμάτινο σωρό τοποθετούνταν μια λίθινη επιτύμβια στήλη, το σήμα.




Οι νεκροί των λακκοειδών τάφων ήταν τοποθετημένοι σε ύπτια στάση με ελαφρά λυγισμένα τα πόδια, ίσως μέσα σε φέρετρα, όπως δείχνουν τα υπολείμματα ξύλου που έχουν επισημανθεί. Οι νεκροί ήταν ντυμένοι με βαρύτιμες ενδυμασίες και ήταν στολισμένοι με κοσμήματα από πολύτιμα μέταλλα και σπάνια πετρώματα. Γύρω τους ήταν τοποθετημένα πολυτελή κτερίσματα, όπλα, κεραμικά και μεταλλικά αγγεία και αντικείμενα καθημερινής χρήσης, τα οποία μαρτυρούν την υψηλή κοινωνική θέση των νεκρών, αν όχι και τη βασιλική τους ιδιότητα.



Οι θαλαμοειδείς τάφοι





Οι θαλαμοειδείς τάφοι είναι υπόγειοι χώροι σκαμμένοι σε πλαγιές λόφων που χρησιμοποιούνταν για πολλές διαδοχικές ταφές και αποτελούν τον πιο διαδεδομένο τύπο τάφου της Μυκηναϊκής εποχής.(...)


Η έκταση του θαλάμου φτάνει συνήθως περίπου τα 7 τ.μ. και το σχήμα του, που άλλοτε εμφανίζεται τετράπλευρο και άλλοτε ελλειψοειδές ή πεταλόσχημο, εξαρτιόταν από την ποιότητα και τη σκληρότητα του εδάφους.


Στην είσοδό τους οδηγούσε ένα μακρύ και στενό όρυγμα με συγκλίνοντα τοιχώματα, που ονομάζεται, όπως και στους θολωτούς τάφους, δρόμος. Στα τοιχώματα των δρόμων υπήρχαν συχνά κόγχες, όπου τοποθετούνταν νεκρικές προσφορές.


Οι Τοιχογραφίες

Η μυκηναϊκή τοιχογραφική τέχνη προέρχεται από τη Μινωική Κρήτη, όπου είχε εμφανιστεί ήδη από το 1700 π.Χ. σε χώρους των ανακτόρων και σε άλλα πολυτελή κτίσματα της Κρήτης. (...)

Τα περισσότερα δείγματα μυκηναϊκών τοιχογραφιών προέρχονται

από το 14ο και το 13ο αιώνα π.Χ. και είναι συνδεδεμένα με τα ανακτορικά διαμερίσματα των Μυκηνών, της Τίρυνθας και της Πύλου ή με τις έδρες τοπικών αρχόντων(...).



Ο τοιχογραφικός διάκοσμος αποτελούσε μια αδιαμφισβήτητη επίδειξη κύρους, αλλά η ανακάλυψή τους και σε ιδιωτικά κτήρια δείχνει ότι δεν αποτελούσαν ένα αποκλειστικό προνόμιο των ηγεμόνων.



Οι μυκηναϊκές τοιχογραφίες ήταν, όπως και οι μινωικές, ζωγραφιστές συνθέσεις σε υπόστρωμα ασβεστοκονιάματος που γίνονταν με την τεχνική της νωπογραφίας. Η διαδικασία αυτή έπρεπε να ολοκληρωθεί πριν να στεγνώσει το ασβεστοκονίαμα, γι΄ αυτό και η εκτέλεση προϋπέθετε μεγάλη δεξιότητα και ένα ολόκληρο επιτελείο από τεχνίτες, οι οποίοι δούλευαν ταυτόχρονα τις μεγάλες εικονιστικές συνθέσεις. Οι βαφές που χρησιμοποιούνταν είχαν γαιώδη σύσταση και τα χρώματά τους ήταν το γαλάζιο, το κόκκινο, το κίτρινο και το μαύρο.(...).



Στο θεματολόγιο των μυκηναϊκών τοιχογραφιών διακρίνονται
τρεις ξεχωριστοί κύκλοι, εικονιστικές παραστάσεις από τη θρησκευτική ζωή του πληθυσμού, παραστάσεις από τις προσφιλείς ενασχολήσεις της άρχουσας τάξης και αφηρημένα διακοσμητικά θέματα.(...)



Όσον αφορά τις εικονιστικές παραστάσεις, αρχικά είναι έκδηλες οι κρητικές επιδράσεις στην τεχνοτροπία και την επιλογή των θεμάτων. Όπως και στις μινωικές τοιχογραφίες απεικονίζονται τα ταυροκαθάψια, δαιμονικά όντα και αρχιτεκτονήματα. Τα κατεξοχήν μυκηναϊκά θέματα ήταν οι κυνηγετικές και οι πολεμικές σκηνές και οι πομπές γυναικών με επίσημα ενδύματα που προσέφεραν δώρα.Μέσα από τη θεματολογία των τοιχογραφιών φανερώνεται το θρησκευτικό και το ηρωικό πνεύμα της μυκηναϊκής αριστοκρατίας. Οι πολεμικές σκηνές έχουν αφηγηματικό χαρακτήρα και αναφέρονται ίσως σε συγκεκριμένα στιγμιότυπα ή ιστορικά γεγονότα. 






Η Κεραμική












Κρατήρας των Πολεμιστών
Μεγάλος τροχήλατος κρατήρας, εξαιρετικό δείγμα του μυκηναϊκού εικονιστικού ρυθμού, που παρέχει πληροφορίες για τον οπλισμό και την ενδυμασία των πολεμιστών κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Η διακόσμηση και στις δύο όψεις του έχει αφηγηματικό χαρακτήρα. Στη μία εικονίζονται έξι πολεμιστές που βαδίζουν προς τα δεξιά, ντυμένοι και οπλισμένοι ομοιόμορφα. Φορούν κοντό χιτώνα με μακριά μανίκια, θώρακα που φθάνει μέχρι τη μέση και πλεκτά υποδήματα. Ο οπλισμός τους αποτελείται από περικεφαλαία με κέρατα και λοφίο, μεγάλη ημικυκλική ασπίδα, περικνημίδες και μακρύ δόρυ με φυλλόσχημη λόγχη , από όπου κρέμεται σάκκος με προμήθειες. Στο αριστερό άκρο της παράστασης εικονίζεται όρθια γυναικεία μορφή με τα χέρια υψωμένα σε ένδειξη πένθους ή αποχαιρετισμού. Στην άλλη όψη του αγγείου εικονίζονται πέντε πολεμιστές με παρόμοια ενδυμασία, αλλά με διαφορετική περικεφαλαία. Οι λαβές φέρουν ανάγλυφη ταυροκεφαλή στο κέντρο, που πλαισιώνεται από ζεύγος γραπτών πτηνών.



Αμφοροειδής κρατήρας με εικονιστική παράσταση 
πομπής αρμάτων.




Μυκηναϊκός Αμφορέας.Αργολίδα



Η Μεταλλοτεχνία



Χάλκινα αγγεία: πρόχους, φιάλη, τηγάνι και σκύφος. Ασίνη


Μυκήνες. Χάλκινα εγχειρίδια με εμπίεστη διακόσμηση.



Μυκήνες. Χρυσά σκουλαρίκια (16ος αι. π.Χ.)

Σφραγιδόλιθος σπάνιας ομορφιάς. Πύλος



Σχέδιο της εικόνας που απεικονίζεται στον σφραγιδόλιθο

Η σφραγίδα που είναι χαραγμένη πάνω σε αχάτη, απεικονίζει έναν ήρωα την ώρα που σκοτώνει έναν αντίπαλό του, ενώ ένας τρίτος πολεμιστής κείτεται νεκρός στο έδαφος. Η σφραγίδα είναι κατασκευασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να φοριέται στον καρπό και είναι αξιοσημείωτο πως ο ήρωας διακρίνεται να φοράει έναν τέτοιο σφραγιδόλιθο. Και οι δύο ηττημένοι πολεμιστές ανήκουν στην ίδια ομάδα αφού φορούν παρόμοια διακριτικά. Η σκηνή αναπαριστά κατά πάσα πιθανότητα κάποιο γεγονός που ήταν οικείο στους Μινωίτες που έφτιαξαν τον σφραγιδόλιθο και φυσικά στην κοινότητα όπου ζούσε ο «Γρύπας πολεμιστής». 


Το έργο είναι τόσο λεπτομερές, στοιχείο που υποδηλώνει πως ο χαράκτης θα χρειαζόταν μεγεθυντικό φακό, όπως επίσης και οι θαυμαστές της δουλειάς του. Εντούτοις, δεν έχουν βρεθεί μεγεθυντικά εργαλεία στην Κρήτη από εκείνη την εποχή. Ίσως ο τεχνίτης να είχε κοντινή όραση, τονίζουν οι δύο αρχαιολόγοι.

Πηγή: www.lifo.gr




Κύπελλο του Βαφειού. Βαφειό Λακωνίας, α΄μισό 15ου αι. π.Χ.






Ρυτό. Αργυρή κεφαλή ταύρου ( περ. 16ος αι. π.Χ.)