Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Eισαγωγή στην επική ποίηση. Οδύσσεια



Ν.Καζαντζάκης

Μουσείο Καζαντζάκη

Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Α.Π.Τσέχωφ, Μια ανιαρή ιστορία



«Ξέρω περί τίνος  θα κάνω διάλεξη, αλλά δεν ξέρω πώς θα την κάνω, από πού ν’ αρχίσω και πού να τελειώσω. Δεν έχω στο μυαλό μου καμιά έτοιμη φράση, μου φθάνει όμως να ρίξω μια ματιά στο ακροατήριο – η αίθουσα είναι φτιαγμένη αμφιθεατρικά -  και προφέροντας το στερεότυπο «στο προηγούμενο μάθημα μείναμε στο…»  οι φράσεις με τις μακρόσυρτες αράδες πετούν μέσα απ’ την ψυχή μου και ύστερα – ποιος με πιάνει!  Μιλάω γρήγορα, με πάθος, χωρίς σταματημό και θαρρώ πως δεν υπάρχει καμιά δύναμη που θα μπορούσε  να διακόψει τη ροή του λόγου μου. Για να τα λες καλά, δηλαδή όχι βαρετά  και προς όφελος του ακροατηρίου, πρέπει  εκτός απ’ το ταλέντο να έχεις και επιδεξιότητα και εμπειρία, πρέπει να έχεις  την πιο καθαρή αντίληψη τόσο των δυνάμεών σου, όσο και αυτών που λες αλλά και αυτού που συνιστά το θέμα της διάλεξής σου. Επιπλέον, πρέπει να είσαι τετραπέρατος και οξυδερκής, να μη χάνεις ούτε δευτερόλεπτο το οπτικό σου πεδίο από τα μάτια σου.



Ο καλός μαέστρος, μεταφέροντας τη σκέψη του συνθέτη κάνει ταυτόχρονα  είκοσι δουλειές: διαβάζει την παρτιτούρα, κινεί την μπαγκέτα, παρακολουθεί τον τραγουδιστή, κάνει κίνηση προς τα πλάγια, μια στο τύμπανο μια στο κόρνο και ούτω καθεξής. Το ίδιο  κι εγώ όταν παραδίδω το μάθημα. Μπροστά μου έχω εκατόν πενήντα διαφορετικά άτομα και τριακόσια μάτια να με κοιτάζουν κατά πρόσωπο. Ο δικός μου σκοπός είναι να υπερνικήσω αυτή την πολυκέφαλη Ύδρα. Αν στο κάθε λεπτό της διδασκαλίας μου έχω σαφή αντίληψη το αν και κατά πόσο με προσέχει και με καταλαβαίνει τότε την έχω στο χέρι. Ο έτερος αντίπαλός μου βρίσκεται σε μένα τον  ίδιο. Είναι  η ατέλειωτη ποικιλία από μορφές, φαινόμενα και κανόνες, που επηρεάζουν πολλές σκέψεις, δικές μου ή ξένες. Κάθε λεπτό
που περνάει πρέπει να έχω την ικανότητα ν’ αρπάξω από αυτό το τεράστιο υλικό ό, τι είναι πιο σημαντικό  και αναγκαίο και τόσο γρήγορα, καθώς ρέει ο λόγος μου, ώστε να εκφράζω τη σκέψη μου σε τέτοια μορφή, που είναι προσιτή στην αντίληψη της Ύδρας και να προκαλεί την προσοχή της, συνάμα δε, πρέπει  να φροντίζω επιμελώς, ώστε οι σκέψεις να μεταδίδονται όχι σαν ένα σύμφυρμα, αλλά με μια καθορισμένη τάξη, απαραίτητη για τη σωστή σύνθεση της εικόνας την οποία θέλω ν’ αναπαραστήσω. Πέρα από αυτά προσπαθώ έτσι ώστε ο λόγος μου  να είναι λογοτεχνικού επιπέδου, οι ορισμοί μου σύντομοι και ακριβείς, η διατύπωση όσο γίνεται απλή και ωραία. Κάθε λεπτό πρέπει να συγκρατώ τον εαυτό μου, να μην ξεχνώ ότι έχω στη διάθεσή μου μόνο μία ώρα και σαράντα λεπτά. Με δυο λόγια έχω πολλή δουλειά. Την ίδια ώρα θα πρέπει να είμαι και επιστήμων και παιδαγωγός και ρήτορας. Θα ήταν άσχημο για σας, αν ο ρήτορας νικήσει τον παιδαγωγό και τον επιστήμονα  ή το αντίθετο..



            Διδάσκεις  ένα τέταρτο, μισή ώρα και ξάφνου παρατηρείς, ότι  οι φοιτητές αρχίζουν να ρίχνουν ματιές στο ταβάνι ή στον Πιοτρ Ιγνάτιεβιτς*, ο ένας  βγάζει από την τσέπη του το μαντήλι, ο άλλος  κάθεται στη θέση του πιο βολικά, ένας τρίτος χαμογελάει με κάποια σκέψη που κάνει… Αυτό σημαίνει ότι η προσοχή στο μάθημα είναι σε κάμψη. Ανάγκη να λάβω τα μέτρα μου. Με την πρώτη κατάλληλη ευκαιρία λέω κάποιο καλαμπούρι. Εκατόν πενήντα πρόσωπα χαμογελούν, τα μάτια λάμπουν χαρούμενα  και ακούγεται για λίγο το βουητό της θάλασσας… Γελάω κι εγώ. Η προσοχή αναζωογονήθηκε και μπορώ να συνεχίσω.




Κανένα άθλημα, καμία διασκέδαση, κανένα παιχνίδι δεν μου έχει δώσει τόση απόλαυση, όσο οι διαλέξεις μου στο μάθημα. Μόνο σ’ αυτές  μπορούσα να δοθώ ολόκληρος με πάθος και τότε καταλάβαινα  ότι η έμπνευση  δεν είναι επινόηση των ποιητών, υπάρχει στην πραγματικότητα. Και νομίζω ότι ακόμα και ο Ηρακλής μετά τον πιο εντυπωσιακό άθλο του δεν θα αισθανόταν τόσο γλυκιά εξάντληση, όπως εγώ μετά τη διάλεξη.»

(Α.Π.Τσέχωφ, Μια ανιαρή ιστορία, εκδ. Ερατώ, Αθήνα, 2009, σε.35-38)

*Πιοτρ Ιγνάτιεβιτς: ειδικός παθολογοανατόμος ο οποίος εκτελούσε την ανατομή των πτωμάτων με σκοπό να καθορίσει την μεταθανάτια διάγνωση.